Mittwoch, 11. Februar 2009

Ένας πατέρας συμβουλεύει τον γιο του ....

Ένας πατέρας συμβουλεύει τον γιο του, που δεν είναι επιμελής στα μαθήματά του και ξοδεύει τις ώρες του άσκοπα:- Μ’ αυτά τα μυαλά, που έχεις, δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου, του λέει. Είσαι δεκαοκτώ χρονών, έβγαλες με κόπο το γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο έμεινες στην ίδια τάξη. Στην ηλικία σου, ο Μέγας Ναπολέων ήταν λοχαγός.- Και στην ηλικία σου, πατέρα, ήταν αυτοκράτορας, του απάντησε ο γιος του.Ο καλύτερος τρόπος συμβουλής στους νέους είναι το παράδειγμα των γονιών. Αν αυτό λείπει όλα τα λόγια είναι άχρηστα.

Donnerstag, 22. Mai 2008

Η προσευχή ως μέσον διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών

Tο θέμα της διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών είναι πάντοτε επίκαιρο και σημαντικό, ιδιαίτερα στην ταραγμένη και εικονοκλαστική εποχή μας. Η πραγμάτευση, που θα επιχειρήσουμε, θα επισημάνει δυσκολίες και θα προτείνει τρόπους αντιμετωπίσεως. Ξεκινούμε με το περίφημο «χάσμα των γενεών», το οποίο σε κάποιο βαθμό πάντοτε υπήρχε, διότι «... σε ένα βαθμό οι διαφορές μεταξύ των ανθρώπων λόγω ηλικίας, χαρισμάτων, πείρας και πνευματικής καταστάσεως είναι φυσικές», όπως σημειώνει και ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος σε αξιόλογη παλαιότερη μελέτη του (1989) με θέμα «Σχέσεις γονέων και παιδιών»1. Σήμερα όμως, εποχή γενικοτέρας κρίσεως αξιών, θεσμών, ηγεσίας, προσώπων, διέρχονται και οι σχέσεις γονέων και παιδιών μία πολύπλευρη κρίση.
Για να ξεπερασθούν αυτές οι δυσκολίες και διαφορές χρειάζεται ψυχραιμία, σοβαρότητα και κυρίως αγάπη. Χρειάζεται επίσης ένα σταθερό πλαίσιο προσανατολισμού και κριτηρίων στη ζωή, κάτι που τόσο σπανίζει σήμερα, στην εποχή της μεγάλης συγχύσεως που ζούμε. Τι να μεταδώσουν οι γονείς στα παιδιά τους και πως να συνεννοηθούν μαζί τους όταν είναι οι ίδιοι μπερδεμένοι και χρειάζονται πρώτοι αυτοί βοήθεια;
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Το θέμα μας είναι «Η προσευχή ως βίωμα των γονέων και μέσον διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών».
Τι είναι λοιπόν η προσευχή;
Ας δούμε τι λέγει γι? αυτόν ένας έμπειρος ασκητής, ένας άνθρωπος της προσευχής, ο ¶γιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, συγγραφεύς της «Κλίμακος» που έζησε και ασκήτεψε στο Σινά τον 6ον αιώνα, όπου διετέλεσε και ηγούμενος της ομωνύμου Μονής.«Η προσευχή, μας λέγει στον εικοστό όγδοο λόγο του βιβλίου του, που αναφέρεται στο θέμα αυτό, είναι ως προς την ποιότητά της ένωση του ανθρώπου με τον Θεό, και ως προς την ενέργειά της σύσταση και διατήρηση του κόσμου... γέφυρα που σώζει από τούς πειρασμούς, τοίχος που προστατεύει από τις θλίψεις, συντριβή των πολέμων (που εγείρει κατεπάνω μας ο διάβολος), ... εργασία που δεν τελειώνει, πηγή των αρετών, πρόξενος των χαρισμάτων, ... φωτισμός του νου, πέλεκυς που κτυπά την απόγνωση, απόδειξη της ελπίδος, διάλυση της λύπης, μείωση του θυμού, ...»2 .
Θα μπορούσαμε αναλύοντας αυτόν τον ορισμό να βγάλουμε πλούσιο υλικό για συζήτηση και χρήσιμα συμπεράσματα-διδάγματα για τον τρόπο διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών μας.
Η προσευχή και μάλιστα η λεγομένη καρδιακή (το να προσευχόμαστε δηλαδή με την καρδιά μας, να το νοιώθουμε, να μην είναι η προσευχή μας ξερή και διανοητική), προϋποθέτει αγάπη και ενδιαφέρον γι? αυτόν που γίνεται (για τα παιδιά μας στη συγκεκριμένη περίπτωση) και εμπιστοσύνη ότι αυτός στον οποίο απευθυνόμαστε (ο Θεός) έχει την αγάπη και τη δύναμη να μας βοηθήσει.
Όταν μιλούμε για την προσευχή ως βίωμα των γονέων, εννοούμε οι γονείς να τη ζουν την προσευχή, να είναι άνθρωποι προσευχής, άνθρωποι του Θεού, άνθρωποι της Εκκλησίας, με πνευματικό πατέρα, με μυστηριακή ζωή, με πνευματική προσοχή στη ζωή τους.Όπως είναι γνωστό, η αποτελεσματικότερη αγωγή είναι αυτή που δίνεται όχι με πολλά λόγια, αλλά με το παράδειγμά μας. Όπως αναφέρει ο μακαριστός Γέρων Παΐσιος στις « Επιστολές»3 του: «Μακάριοι οι γονείς που δεν χρησιμοποιούν τη λέξη ''μη'' στα παιδιά τους, αλλά τα φρενάρουν από το κακό με την αγία ζωή τους, την οποία μιμούνται τα παιδιά και ακολουθούν τον Χριστό με πνευματική λεβεντιά χαρούμενα». Έτσι, όταν οι γονείς είναι άνθρωποι της προσευχής, βιώνουν την προσευχή, ζουν εν Χριστώ και συνεπώς ζει μέσα τους ο Χριστός, μπορούν και να μεταδώσουν τον Χριστό στα παιδιά τους. Αλλιώς, μόνο με τα λόγια χωρίς το ζωντανό παράδειγμα, λίγα πράγματα μπορούν να κατορθώσουν. Διαβάζουμε στις «Διδαχές»4 του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού « Ένα δέντρο, ωσάν το κόψεις, ευθύς ξεραίνονται τα κλαριά, αμή ωσάν ποτίζεις την ρίζαν, στέκονται δροσερά τα κλωνάρια. Ομοίως είστενε και οι γονείς ωσάν το δέντρο και όταν ποτίζεται ο πατέρας και η μητέρα, όπου είστενε η ρίζα των παιδιών με νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες, με καλά έργα, φυλάγει ο Θεός τα παιδιά σας. Όταν ξεραίνεστε οι γονείς με τις αμαρτίες, θανατώνει ο Θεός τα παιδιά σας (σημ. δική μας: εννοεί ότι ξεραίνονται σιγά σιγά και τα παιδιά πνευματικά) και σας βάζει εις την κόλασιν μαζί τους».
Πραγματικοί γονείς λοιπόν, είναι όχι αυτοί που απλώς γεννούν, αλλ? αυτοί που -κυρίως- ανατρέφουν σωστά. Οι γονείς αυτοί έχουν σαφή προσανατολισμό στη ζωή τους. Γνωρίζουν τι θέλουν και ποιο δρόμο να ακολουθήσουν για να το πετύχουν. Έχουν ορθόδοξες προϋποθέσεις και κριτήρια. Γνωρίζουν ότι ο σκοπός που ήρθαμε στον κόσμο είναι να γίνουμε θεοί κατά χάριν, και αυτό επιτυγχάνεται με τον τρόπο που ορίζει η ορθόδοξη πατερική μας παράδοση της καθάρσεως της καρδιάς από τα πάθη, του φωτισμού του νοός από τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος και της θεώσεως. Όταν λοιπόν οι γονείς βλέπουν το παιδί τους -όπως και κάθε άνθρωπον- «ως Θεόν κεκελευσμένον» (προσκεκλημένον να γίνει Θεός), καθώς λέγει ο Μέγας Βασίλειος, τότε όλα μπαίνουν στη σωστή τους θέση και αποκτούν το πραγματικό τους νόημα.
Όσον αφορά στα παιδιά τώρα, πρέπει να κάνουμε τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις. Αλλιώς θα μιλήσουμε σ? ένα παιδί προσχολικής ηλικίας κι αλλιώς σ? έναν έφηβο. Η διαφορά είναι τεράστια.
Επίσης πρέπει να έχουμε πάντα υπ? όψιν μας ότι οι ανθρώπινοι χαρακτήρες έχουν μία διαβάθμιση από το βαμβάκι μέχρι το σίδερο, αν θέλουμε να μιλήσουμε μεταφορικά. Τόσο πολύ μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους. Και αυτό βέβαια ισχύει και για τα παιδιά.Έτσι, το να βλέπουν οι γονείς κάθε παιδί υποστατικά, δηλαδή, ως ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο, μέσα στη δική του κατάσταση και στην ιδιαιτερότητά του, είναι πολύ σπουδαίο. Ακούστε τι γράφει παιδί του Δημοτικού σε γράμμα που ζητήθηκε να γράψουν τα παιδιά προς τον πατέρα τους στα πλαίσια έρευνας που έγινε σε Δημοτικά Σχολεία: «Σταμάτα πια να με συγκρίνεις με τα αδέλφια μου η με του γείτονα το παιδί. Δεν ξέρεις πως το κάθε παιδί είναι ο εαυτός του;»5 .
Και τα μεγάλα όμως παιδιά, ευχής έργο θα ήταν να μπορούσαν να βλέπουν τούς γονείς τους υποστατικά, ως πρόσωπα δηλαδή, μοναδικά και ανεπανάληπτα. Αυτό όμως είναι κάτι που προϋποθέτει ωριμοτητα και αγάπη. Το να μπει κανείς στη θέση του άλλου είναι πολύ σημαντικό και χρήσιμο. Μας βοηθά να καταλάβουμε τον άλλο και να ξεπεράσουμε δυσκολίες -από μικροπαρεξηγήσεις μέχρι σοβαρότερα προβλήματα. Δυστυχώς όμως, όπως έλεγε ο μακαριστός Γέρων Παΐσιος, αντί να μπούμε δια της αγάπης στη θέση του άλλου για να τον καταλάβουμε, συνήθως προσπαθούμε να πάρουμε («να φάμε») τη θέση του άλλου.
Ο γονεύς, πατέρας η μητέρα, που είναι άνθρωπος της προσευχής, αγωνίζεται πρώτα στον εαυτό του να κόβει τα πάθη του και τις αμαρτωλές επιθυμίες, αλλά και αυτό το «ίδιον θέλημα». Έτσι σιγά-σιγά, βαδίζοντας την οδό της καθάρσεως, από τα πάθη όπως την ονομάζουν οι ¶γιοι Πατέρες, φθάνει από εμπαθής λίγο η πολύ που ξεκίνησε, να γίνει ολιγοπαθής, χαλιναγωγώντας τα πάθη, τα οποία πλέον δεν τον εξουσιάζουν, και βαδίζει και προς την κατάσταση της απαθείας, την κατάσταση του φωτισμού, οπότε γίνεται δοχείο της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, νεκρώνοντας τα πάθη και μετασχηματίζοντας την εμπαθή-ιδιοτελή αγάπη σε αγάπη η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» (Α? Κορ. 13, 5).
Ένας τέτοιος άνθρωπος προσευχής, αγωνιζόμενος τον καλόν αγώνα της αρετής, είναι σε θέση, με τη βοήθεια του Θεού, να παράσχει πραγματική αγωγή στα παιδιά του, δηλαδή όπως το δηλώνει και η λέξη να τα «αγάγη», να τα οδηγήσει σ? ένα δρόμο που και ο ίδιος τον βάδισε και τον βαδίζει.
Ένας τέτοιος άνθρωπος σιγά-σιγά στολίζεται με τα ποικίλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος (βλ. Γαλ. 5, 22) με κορυφαία την αγάπη και την ταπείνωση.
Βλέπει τον άλλο ως πρόσωπο. Σέβεται την ελευθερία του. Γράφει ο Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου στη μελέτη του με τίτλο «Σχέσεις γονέων και παιδιών»: «... η σχέση μας με τα παιδιά πρέπει να διακρίνεται από την αγάπη και την ελευθερία, και μάλιστα αυτά πρέπει να πηγαίνουν και να εκφράζονται μαζί: Η αγάπη να εκφράζεται ως ελευθερία και η ελευθερία να εκφράζεται ως αγάπη. Μια αγάπη χωρίς τον σεβασμό της ελευθερίας είναι δικτατορία, και μία ελευθερία χωρίς να υπάρχει πραγματική αγάπη είναι αναρχία» (ενθ? αν., σ. 282). Και παρακάτω: «Συνήθως οι γονείς δικαιολογούν κάθε ενέργειά τους με το ότι αγαπούν τα παιδιά. Βέβαια το θέμα της αγάπης είναι πάρα πολύ μεγάλο και, όπως λένε οι ¶γιοι Πατέρες, η αγάπη στην πραγματικότητα είναι καρπός απαθείας, δηλαδή προϋποθέτει την καθαρότητα της καρδιάς» (ενθ? αν., σ. 283). Και λίγο παρακάτω: « Επίσης, συνήθως τα παιδιά δικαιολογούν κάθε ενέργειά τους λέγοντας ότι είναι ελεύθερα να κάνουν ο,τι θέλουν, ότι είναι ελεύθερες προσωπικότητες. Έτσι δεν μπορούν λέει να δεχθούν καθοδήγηση εκ μέρους των γονέων τους. Αλλά ελευθερία δεν σημαίνει κάνω ο,τι θέλω. Δεν είναι απλώς μία ελεύθερη επιλογή. Η πραγματική ελευθερία εκφράζεται ως αγάπη» (ενθ? αν., σ. 283).
Ο ταπεινός άνθρωπος θεωρεί τον εαυτό του χειρότερο από όλους. Δεν είναι εύκολος κριτής των σφαλμάτων των άλλων και αν θα χρειαστεί να ελέγξει στην περίπτωση της αγωγής, θα το κάνει με σκοπό να οικοδομήσει, όχι να πληγώσει τον άλλον η να προβάλει και να δικαιώσει το εγώ του. «Παιδεύσει με δίκαιος εν ελέει και ελέγξει με» καθώς λέγει η Γραφή. Ο δίκαιος, ο άνθρωπος του Θεού δηλαδή, παιδαγωγεί και ελέγχει όταν χρειάζεται, αλλά με έλεος, με αγάπη, πατρικά, για το καλό μας. Και τον έλεγχο αυτόν τον δεχόμαστε, γιατί η καρδιά πληροφορείται εσωτερικά ότι αυτό γίνεται από αγάπη.
Ο άνθρωπος της αγάπης και της ταπεινώσεως ξέρει να συγχωρεί. Και αυτή η συγχώρηση είναι απαραίτητη για την συγ-χώρηση με την ετυμολογική και αρχαία σημασία της λέξεως. Συγ-χώρηση πάει να πει εν αγάπη αλληλοπεριχώρηση. Πόσο αλήθεια ωφέλιμη και παιδαγωγικά σωστή είναι η ευλογημένη συνήθεια πολλών χριστιανικών οικογενειών να διαβάζουν όλοι μαζί στο τέλος της ημέρας το Απόδειπνο, το οποίο τελειώνει με μια εδαφιαία μετάνοια και αίτηση από καρδίας συγχωρήσεως από τούς άλλους και παροχής συγχωρήσεως από τη δική μας πλευρά. Έτσι η ημέρα κλείνει χωρίς κρατούμενα για την επομένη.
Ο άνθρωπος της προσευχής έχει υπομονή. Μεγάλη υπόθεση αυτό για την εποχή μας τη γεμάτη άγχος και βιασύνη.
Ο άνθρωπος του Θεού ξέρει να ακούει τον άλλο. Κι αυτό δυστυχώς μας λείπει πολύ. Διαλεγόμεθα συνήθως μονολογούντες εκ παραλλήλου.
Ακούστε τι λέγει μαθητής του Δημοτικού σε έρευνα που έγινε για το πως βλέπουν τα παιδιά τούς γονείς τους και τι θέλουν απ? αυτούς: «Θα ήθελα από τούς γονείς μου να διαθέτουν κάθε μέρα η τουλάχιστον μέρα παρά μέρα μια ώρα για να συζητώ μαζί τους τα προβλήματά μου. Έτσι θα μπορώ να τούς λέω τα προβλήματά μου και να μου δίνουν μία σωστή λύση» (στο ωραίο βιβλίο του Ιωάννου Γεωργούλα «Γράμματα σ? έναν πατέρα» σ. 321).
Ο άνθρωπος της προσευχής δεν οργίζεται εύκολα· είναι πράος και ειρηνικός. Ξέρει να μακροθυμεί. Ο άνθρωπος αυτός είναι χαρούμενος. Δεν έρχεται στο σπίτι κατσούφης -κάτι που είναι μεταδοτικό.
Ο άνθρωπος του Θεού έχει πίστη, δηλαδή εμπιστοσύνη στον Θεό και όχι στις δικές του μόνο δυνάμεις. Θεέ μου, λέγει, τα παιδιά δικά σου είναι. Εσύ μου τα εμπιστεύθηκες. Βοήθησέ με λοιπόν να τα διαπαιδαγωγήσω σωστά. Φώτισε κι? αυτά κι? εμάς τούς γονείς τους. Και σε ακραίες περιπτώσεις προβληματικής διαγωγής των παιδιών, αντί να απελπιστεί -καρπός της υπερηφανείας η απελπισία και η απόγνωση κατά τούς Αγίους Πατέρας- αυτός, επειδή είναι ταπεινός, δεν διστάζει να πει «Θεέ μου, εγώ απέτυχα ως πατέρας· Εσύ τώρα σώσε τα παιδιά μου». Όπως έλεγε ο μακαριστός Γέρων Παΐσιος, «όταν εμείς αναθέτουμε τα πάντα σ? Αυτόν, ο Θεός υποχρεώνεται (μιλούμε ανθρωποπαθώς) να μας βοηθήσει».
Βέβαια εμείς πρέπει να κάνουμε ανθρωπίνως αυτό που πρέπει· και θα έχουμε ευθύνη, αν παραλείψουμε να το κάνουμε. Αλλά να μη νομίζουμε ότι εμείς με τις ικανότητές μας θα σώσουμε την κατάσταση. «Ας αφήσουμε να κάνει κάτι κι ο Θεός», όπως έλεγε πάλι ο μακαριστός Γέροντας, δηλαδή, ας μην έχουμε μόνο στον εαυτό μας την ελπίδα.
Ο ώριμος πνευματικά γονεύς, ο άνθρωπος του Θεού, ο άνθρωπος της προσευχής, δεν είναι εγωκεντρικός, καταπιεστικός, υπερπροστατευτικός. Έχει κατανοήσει ότι τα παιδιά δεν είναι ιδιοκτησία μας· δεν μας ανήκουν· δεν τα δημιουργήσαμε μόνοι μας· είμαστε συνδημιουργοί τους με τον Θεό. Εκείνος έβαλε την ψυχή, εμείς το σώμα.
Δυστυχώς, η αγωγή που παίρνει συνήθως το παιδί, από την κούνια του ακόμη, είναι τέτοια, ώστε η πρώτη λέξη που μαθαίνει είναι η προσωπική αντωνυμία Εγώ και μάλιστα με κεφαλαίο το Έψιλον.
«Τι καλό παιδί που έχω εγώ» η «έχω το καλύτερο παιδί του κόσμου», ακούμε να λέει συνήθως η μητέρα στο παιδί, ενώ ακόμη είναι στην κούνια. Και η εσφαλμένη αυτή παιδαγωγική, που γεμίζει το παιδί εγωισμό, συνεχίζεται και γεμίζει όλους άγχος. «Να γίνεις πρώτος να σε καμαρώνουμε», είναι μια έκφραση που δηλώνει αυτό το πνεύμα.
Όταν όμως ο πρώτος στόχος είναι ο αγιασμός, τότε και οι υπόλοιποι στόχοι μπορούν να αξιολογηθούν και να ιεραρχηθούν σωστά.
Ο ώριμος γονεύς φροντίζει να μη δίνει υποσχέσεις που δεν θα τις τηρήσει. Παρατηρεί ένας μαθητής, στην έρευνα που αναφέραμε νωρίτερα, απευθυνόμενος στους γονείς του: «Μη μου δίνετε επιπόλαιες υποσχέσεις. Νιώθω πολύ περιφρονημένος όταν δεν τις κρατάτε» ( Ιω. Γεωργούλα, ενθ. αν.).Ο ώριμος γονεύς έχει διάκριση (την «μείζονα πασών των αρετών» κατά τον ¶γιο Ισαάκ τον Σύρο), δεν είναι μικρολόγος η μίζερος, δεν γίνεται φορτικός, έχει αρχοντική αγάπη για να θυμηθούμε πάλι τον Γέροντα Παΐσιο. «Καιρός του σιγάν και καιρός του λαλείν» διαβάζουμε στον « Εκκλησιαστή» (γ? 7-8) ένα από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. «Μη μου κάνετε συνεχώς παρατηρήσεις» γράφει ένας μαθητής Δημοτικού στην έρευνα που προαναφέραμε. Γράφει σχετικώς ο Αββάς Δωρόθεος στα «Ασκητικά Έργα»6 του αναφερόμενος στις σχέσεις γέροντος-υποτακτικών, αλλ? αυτά ισχύουν και για τις σχέσεις γονέων-παιδιών: «Να μην επιμένεις στα μικρά σφάλματα, σαν ακριβοδίκαιος κριτής και να μην ελέγχεις συνεχώς, διότι τούτο είναι φορτικό και με το συνήθισμα στον έλεγχο οδηγεί σε αναισθησία και καταφρόνηση». Επίσης «Να μη διατάσσεις αυταρχικώς, αλλά να συζητείς ταπεινώς το θέμα... διότι ο τρόπος αυτός γίνεται προτρεπτικός και πείθει περισσότερο και αναπαύει τον πλησίον».
Ο άνθρωπος του Θεού, ο άνθρωπος της προσευχής, δεν μιλά μόνον για τον Θεό στα παιδιά, αλλά -κυρίως- μιλά στον Θεό για τα παιδιά. Γι? αυτόν η προσευχή δεν είναι κούραση αλλά ξεκούραση («τοίχος που προστατεύει από τις θλίψεις, πέλεκυς που κτυπά την απόγνωση, διάλυση της λύπης», καθώς είδαμε στον ορισμό που δίνει ο ¶γιος Ιωάννης της Κλίμακος). Γι? αυτό και καταλαβαίνει ότι το μεγαλύτερο βάρος του αγώνος πρέπει να δοθεί στην προσευχή, η οποία όμως δεν θα περιορίζεται μόνο στα λόγια.
Όταν οι γονείς είναι άνθρωποι του Θεού, θα έχουν «κοινή γραμμή» στο θέμα της αγωγής των παιδιών, κάτι πολύ σημαντικό. Θα έχουν επίσης, κατά προτίμηση, τον ίδιο πνευματικό και θα προσπαθήσουν με το παράδειγμά τους να εισαγάγουν τα παιδιά στην λειτουργική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας και να τα κάνουν να την αγαπήσουν.
Αλλά και το παιδί από την πλευρά του ωριμαζοντας θα πρέπει να καταλάβει ότι «Δεν πρέπει να έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στην καρδιά του (στα συναισθήματά του) και στην κρίση του, να επιδιώκει να δέχεται τις συμβουλές από τούς μεγαλυτέρους του, να μη γίνεται εξεταστής των έργων, γιατί πολλές φορές αποδεικνύεται πεπλανημένος εξεταστής, να υποτάσσεται με ελευθερία και ευχαρίστηση, να αγωνίζεται για να περικόπτει το θέλημά του, να υπομένει ατάραχα ο,τι του συμβαίνει...». Αυτά λέγει ο Αββάς Δωρόθεος περιγράφοντας τα καθήκοντα του υποτακτικού και εδώ συγκεκριμένα του παιδιού προς τούς γονείς του.
Πάντως πρέπει να καταλάβουμε ότι οι νέοι «δεν ζητούν απλώς έναν κόσμο όπου θα υπάρχη πληθώρα οικονομικών αγαθών αλλά κυρίως έναν κόσμο χωρίς ανία» (Μητρ. Ναυπάκτου, ενθ? ανωτ. σ. 280). Και η ανία, η πλήξη δημιουργείται από την μη εύρεση νοήματος ζωής. Οι νέοι με πνευματικές ανησυχίες ψάχνουν για απάντηση στα λεγόμενα υπαρξιακά ερωτήματα: Ποιός είμαι; Από που έρχομαι; Που πηγαίνω; Υπάρχει ζωή μετά θάνατον; Ποιός είναι ο σκοπός της υπάρξεώς μου; Η σημερινή κοινωνία με την κρίση που τη μαστίζει δεν βοηθά τούς νέους να δώσουν απαντήσεις σ? αυτά τα ερωτήματα. Οι έγκυρες και δοκιμασμένες απαντήσεις της Εκκλησίας περιφρονούνται συνήθως, είτε από άγνοια, είτε από προκατάληψη και οπωσδήποτε και επειδή ο εχθρός της σωτηρίας μας διάβολος ωθεί τούς ανθρώπους να ασχολούνται και να διαβάζουν ένα σωρό πράγματα, εκτός από αυτά που θα συντελέσουν στη σωτηρία τους. Αντιθέτως, προβάλλονται οι απαντήσεις των αιρέσεων και της παραθρησκείας που οδηγούν σε φοβερά αδιέξοδα, όπως π.χ. η πλάνη της μετενσαρκώσεως και τα μηνύματα της «Νέας Εποχής» για μια ζωή με σεξ, βία και μαγεία.Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του αμερικανού ψυχιάτρου Victor Frankl, ιδρυτού της λεγομένης λογοθεραπευτικής ψυχιατρικής: «Το Παναμερικανικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο έκαμε έρευνα (σφυγμομέτρηση) σε 171.500 φοιτητές. Το 68,1% απάντησαν ότι ο υψηλότερος σκοπός της ζωής τους είναι να βρουν μία φιλοσοφία για τη ζωή που να έχει νόημα.
Μια άλλη στατιστική επισκόπηση που έκανε το Πανεπιστήμιο Χόπκινς υπό την αιγίδα του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας ανάμεσα στους φοιτητές του είχε τα εξής αποτελέσματα: Ένα 16% απάντησε: Θέλω να κάνω χρήματα. Ένα 78% εδήλωσαν ότι ο στόχος της ζωής του είναι να βρουν ένα σκοπό και ένα νόημα στη ζωή τους».
Κάτι ανάλογο εκφράζει και ένα φυλλάδιο που έπεσε στα χέρια μου και σας το διαβάζω: «Μην καταπιέζετε τα παιδιά σας. Σκεφθείτε ότι έχουν δίκιο. Μεγαλώνουν σ? έναν κόσμο απάνθρωπο.
Εσείς μεγαλώσατε σ' έναν κόσμο όπου τα είχατε όλα. Είχατε και πείνα και ανέχεια και δυστυχία και φτώχεια, επομένως, μπορούσατε να ελπίζετε.
Σήμερα τα παιδιά σας δεν έχουν τίποτε. Σε τι να ελπίσουν, όταν έχουν προ πολλού και του πουλιού το γάλα, χάμπουργκερ και χρήματα και έγχρωμη τηλεόραση και μηχανάκια και ωραία ρούχα; Είναι τα φτωχά μπουχτισμένα. Λυπηθείτε τα».
Αυτά τα μπουχτισμένα από τον καταναλωτισμό και την ανία παιδιά, που είναι εύκολα θύματα των ναρκωτικών και των ψυχοναρκωτικών, δηλαδή των συγχρόνων αιρέσεων, εμείς καλούμεθα να τα οδηγήσουμε, κυρίως με το παράδειγμά μας, στον Χριστό. Το έργο δεν είναι εύκολο. Αλλά η Χάρις του Θεού έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει τούς ανθρώπους, εκεί που ανθρωπίνως φαίνεται ότι δεν γίνεται τίποτε.
Και για να κλείσουμε, θα αναφέρω κάποιες ευγενείς επιθυμίες που θα μπορούσαν να αποτελούν αιτήματα προσευχής γονέων προς τον Θεό για τα παιδιά τους. Την επιλογή έκανα από το βιβλίο «Γράμματα σ? έναν πατέρα», το οποίο ήδη αρκετές φορές εμνημόνευσα.
«Κύριε, κάνε μας καλύτερους γονείς.
Δίδαξε μας να καταλαβαίνουμε τα παιδιά μας.
Να ακούμε υπομονετικά ο,τι έχουν να μας πουν και να απαντάμε ευγενικά, όταν μας ρωτούν.
Προφύλαξέ μας από τον κίνδυνο να φερόμαστε απότομα.
Βοήθησέ μας να μην πληγώνουμε τα αισθήματά τους, να μην τραυματίζουμε τη φιλοτιμία τους, να μην τα τιμωρούμε σε ώρες εξάψεως και θυμού.
Φώτισε μας να τα νουθετούμε με ηρεμία και πραότητα και σε κάθε στιγμή να τα εμπνέουμε με το παράδειγμά μας.
Κάνε μας να παραβλέπουμε τα μικρά και ασήμαντα σφάλματα των παιδιών μας και βοήθησέ μας να κοιτάζουμε τα προτερήματά τους και τα καλά έργα που κάνουν.
Δώσε μας την κατάλληλη λέξη για έναν δίκαιο έπαινο.
Βοήθησέ μας να τα συμπαραστεκόμαστε, να τα φερόμαστε όπως ταιριάζει στην ηλικία τους και να μην έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις από αυτά.
Να τα βοηθάμε στην πραγμάτωση όλων των καλών τους επιθυμιών.
Κάνε μας καλούς και δίκαιους, συνετούς και κοινωνικούς.
Κάνε μας να είμαστε αγαπητοί και να τα προσφέρουμε ένα αληθινό χριστιανικό παράδειγμα.
Κάνε τέλος με τη ζωή μας και όλες τις εκδηλώσεις μας, να τα δείχνουμε τον δρόμο που οδηγεί σε ΣΕΝΑ».
Αμήν.

Mittwoch, 13. Februar 2008

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Κλείτου Ιωαννίδη

-Μου αρέσει να πηγαίνω στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Αλλά διάφοροι φίλοι μου, μου λένε ότι ο αληθινός Χριστιανός δεν τα έχει ανάγκη αυτά κι ούτε πρέπει να πηγαίνει σε τέτοια μέρη. Τι λέτε εσείς Γέροντα;
-Να πηγαίνεις, αφού σου αρέσει, δεν είναι κακό. Σημασία έχει να μην πηγαίνεις με σκοπό να δεις ένα θέαμα που θα ικανοποιήσει κάποιες σαρκικές επιθυμίες σου.

Σε μια παντρεμένη, ο γέροντας της είπε : «Να μην μιλάς καθόλου όταν ο άντρας σου βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση. Κάνε την προσευχή σου και ζήτα και από άλλους να προσεύχονται. Διαφορετικά, του δημιουργείται άσχημη κατάσταση, δεν βρίσκει χαρά και ζεστασιά κοντά σου και τότε αρχίζει να κοιτάει δεξιά και αριστερά».

Τα παιδιά που είχαν ψυχολογικά προβλήματα τα ονόμαζε μπερδεμένα. Μάλιστα, για διάφορα παιδιά που είχαν προβλήματα και που έτυχε εγώ ο ίδιος να πάω τους γονείς τους στον γέροντα, έλεγε, ότι ήδη από την κοιλιά της μητέρας του είχαν αυτό το πρόβλημα, γιατί, όταν η μητέρα τους ήταν έγκυος, δεν φρόντιζε να είναι τακτοποιημένη η ζωή της, να έχει ηρεμία, γαλήνη, να προσεύχεται και να συμμετέχει στα μυστήρια της Εκκλησίας. Στο μοναχό Νικόδημο Μπιλάλη είπε : «Θα τους λες να μην αποφεύγουν τα παιδιά (να μην κάνουν αντισύλληψη). Μέγα αμάρτημα το να αποφεύγουν να κάνουν παιδιά. Πολύ καλά κάνεις που ασχολείσαι με το έργο αυτό. Να συνεχίσεις να τους λες ότι δεν επιτρέπεται η αποφυγή τεκνοποιίας, γιατί είναι μέγα αμάρτημα». Πάντοτε μου τόνιζε (ομιλεί η Χ.Χ.) : «Ένας τρόπος υπάρχει για να μην έχουμε προβλήματα με τα παιδιά. Η αγιότητα. Γίνετε άγιοι και δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα με τα παιδιά σας». «Και πως μπορούμε να γίνουμε άγιοι;». «Πολύ απλό. Όταν έρθει η Θεία Χάρις». «Και πως έρχεται η Θεία Χάρις;». «Με την ταπείνωση και την προσευχή. Αλλά η προσευχή πρέπει να είναι δυνατή, ζωντανή. Όταν προσευχόμαστε με πίστη και επιμονή, πάντοτε έχουμε αποτελέσματα». «Μην πιέζεις» μου έλεγε «τα παιδιά σου. Αυτά που θέλεις να τους πεις, να τα λες με την προσευχή σου. Τα παιδιά δεν ακούν από τα αυτιά, αλλά μόνον όταν έρχεται η Θεία Χάρις που τα φωτίζει, ακούν αυτά που θέλουν να τους πούμε. Όταν θέλεις να πεις κάτι στα παιδιά σου, πες το στην Παναγία κι αυτή θα ενεργήσει. Η προσευχή σου αυτή θα γίνει σαν το πνευματικό χάδι που αγκαλιάζει τα παιδιά κι αυτό τα έλκει. Εμείς, βλέπεις κάνουμε μερικές φορές να τα χαϊδέψουμε κι αυτά αντιδρούν. Σ’ αυτό όμως, το πνευματικό χάδι, δεν αντιδρούν ποτέ». Να σας πω πως το είδα αυτό να εφαρμόζεται στην πράξη. Την πρώτη φορά, από τότε που πέθανε ο άνδρας μου, που πήγα με τα παιδιά μου διακοπές, ο μεγάλος μου γιος βρήκε εκεί κάποιες παρέες και τον έχανα τα απογεύματα, χωρίς να ξέρω που πήγαιναν και τι έκαναν. Του έλεγα λοιπόν : «Έλα παιδί μου, μη φεύγει πάλι. Τι πας και κάνεις και χάνεσαι;». Όλα αυτά δηλαδή που λέμε συνήθως εμείς οι μητέρες. Εκείνος όμως δεν άκουγε. Μια μέρα λοιπόν, θυμήθηκα αυτά που μου είχε πει ο Γέρων και μόλις έφυγε το παιδί, πήρα την Παράκληση στη Παναγία και άρχισα να τη διαβάζω. Πριν προλάβω να την τελειώσω, μπαίνει μέσα ο γιος μου και με ρωτά : «Μαμά, που είπες ότι ήθελες να πάμε μαζί το απόγευμα;». Ήταν τόσο άμεση η απάντηση της Παναγίας, που μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι εκείνα που μου έλεγε ο γέροντας ήταν η μόνη σωστή στάση απέναντι στα παιδιά. -Τι να κάνουμε με το παιδί μας Γέροντα που είναι γεμάτο ανασφάλεια και φοβίες; -Εσείς φέρετε εξ ολοκλήρου την ευθύνη γι’ αυτό. Εκ κοιλίας μητρός του δημιουργήσατε με τις κακές μεταξύ σας σχέσεις, όλα αυτά τα ψυχικά τραύματα που θα κουβαλά σ’ όλη του τη ζωή. -Η κόρη μου Γέροντα ζει αμαρτωλή ζωή. Πως θα τη σώσω; -Μόνο με τη δική σου αγιότητα. Η αγιότητα των γονιών σώζει τα παιδιά τους. -Ούτε μια φορά δεν πρέπει να σας ακούσουν τα παιδιά σας να τσακώνεστε, ή έστω, να υψώνετε τον τόνο της φωνής σας ο ένας στον άλλον. -Μα, είναι δυνατό αυτό Γέροντα; -Και βέβαια είναι. Και μάλιστα έτσι, όπως σας το λέω. Ούτε μια φορά. -Όλοι μου λένε τώρα που είμαι στην αρχή της εγκυμοσύνης, να κάνω την προγεννητική εξέταση για να είμαι σίγουρη ότι δεν θα φέρω στον κόσμο ένα μογγολικό παιδί, ή με οποιαδήποτε άλλη αναπηρία. -Κι ύστερα τι θα κάνεις; Έκτρωση; Άμα κάνεις τέτοιο πράγμα να μην μου ξαναζητήσεις συμβουλή, γιατί δεν θα έχω τίποτα πια να σου πω.

Montag, 29. Oktober 2007

Προς όλες τις απελπισμένες συζύγους και μητέρες : Το λαμπρό παράδειγμα της Αγίας Μόνικας


Η Αγία Μόνικα ( 332-388 ) γεννήθηκε στην Ταγάστη της Νουμιδίας από χριστιανούς γονείς. Ήταν μητέρα του μεγάλου θεολόγου και φιλοσόφου αγίου Αυγουστίνου. Οι γονείς της την πάντρεψαν το 350 μʼ έναν ειδωλολάτρη , τον Πατρίκιο, άνθρωπο καλοπροαίρετο, αλλά πολύ οξύθυμο και άστατο. Η Μόνικα με την υποταγή και την υπομονή της αγωνίστηκε να τον οδηγήση στον Χριστό. Στις ώρες ηρεμίας έριχνε στην καρδία του συζύγου της τα σπέρματα του θείου λόγου, κι όταν εκείνος κοιμόταν, αυτή τα πότιζε με τα δάκρυά της προσευχής της. Πολλές φίλες της έρχονταν στο σπίτι της με έκδηλα στο πρόσωπό τους τα χτυπήματα των συζύγων τους και απορούσαν πώς η Μόνικα , που είχε σκληρό άνδρα, κατάφερνε να ζη μαζί του ειρηνικά και χωρίς ξυλοδαρμούς. Η χαρά της αγίας ήταν απερίγραπτη όταν ο Πατρίκιος έγινε με τον καιρό ένας αληθινός χριστιανός. Με την ίδια υπομονή και μακροθυμία αντιμετώπιζε και την πεθερά της , η οποία ήταν ιδιότροπη και διαρκώς την έβριζε και την ταπείνωνε μπροστά στους ξένους. Τελικά με την αρετή της, της προσείλκυσε την συμπάθεια και την εκτίμησή της. Όταν ο ιερός Αυγουστίνος ήταν μικρός, αρρώστησε και κινδύνεψε να πεθάνη. Σκέφθηκαν τότε να τον βαφτίσουν. Η μητέρα του όμως προέβλεπε τους δυνατούς πειρασμούς που θʼ αντιμετώπιζε στη νεότητά του και γιʼ αυτό ανέβαλε τη βάφτισή του. Μαζί με το γάλα της η ευσεβής μητέρα φρόντισε να μεταδώση στο παιδί της και την ευσέβεια. Διέκρινε όμως σʼ αυτό τον χαρακτήρα του πατέρα του και διαισθανόταν τον κίνδυνο που θα διέτρεχε η ψυχή του μέσα στη διεφθαρμένη κοινωνία εκείνης της εποχής. Όσο μεγάλωνε ο γιος της , μεγάλωναν τα πάθη του και τα όργιά του. Η προσευχή της μητέρας ανέβαινε πύρινη στον θρόνο του Θεού, αλλά φαινόταν πως δεν εισακούεται. Ο Αυγουστίνος πηγαίνει στην Καρχηδόνα για να σπουδάση. Εκεί ψήνεται στο σεξουαλικό καμίνι της διεφθαρμένης πόλεως. Η μητέρα μαθαίνει ότι ο γιος της παραστράτησε , και τρέχει ταραγμένη νομίζοντας ότι η παρουσία της θα τον συγκρατήση. Δυστυχώς τα λόγια και τα δάκρυά της δεν συγκινούν πια την καρδιά του Αυγουστίνου. Δεν χάνει όμως το θάρρος της. Προσπαθεί υπομονετικά να διεγείρη στην ψυχή του την αποστροφή για την αμαρτία. Το αποτέλεσμα είναι πάλι αρνητικό, αλλά η πιστή μητέρα δεν απελπίζεται. « Προσεύχεται εκτενέστερον » και χύνει δάκρυα περισσότερα απʼ αυτά που χύνουν οι μητέρες για τον θάνατο των παιδιών τους. Πόση πικρία δοκιμάζει όταν μαθαίνη ότι ο γιος της έχει σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εταίρα και εξώγαμο παιδί! Ελπίζει όμως στη μετάνοιά του. Η ελπίδα αυτή μαζί με τη δυνατή πίστη τη συγκρατούν. - Μια μέρα παιδί μου, του λέει, θα έρθης εκεί που είμαι εγώ. Νέα θλιβερή είδηση καταφθάνει από την Καρχηδόνα. Ο Αυγουστίνος έγινε αιρετικός – μανιχαίος ! Φίδι φαρμακερό δάγκωσε τη Μόνικα, η οποία αυτή τη φορά λυγίζει. Πηγαίνει ξανά μόνη της στην Καρχηδόνα , κλαίει, θρηνεί, ικετεύει. Όλα όμως πάνε χαμένα. Μοναδική παρηγοριά κι ελπίδα της είναι η προσευχή. Μέρα- νύχτα παλεύει με τον Θεό. Καταφεύγει σε κάποιον επίσκοπο, ο οποίος τη συμβουλεύει και την παρηγορεί. Τέλος της λέει: - Πήγαινε στην ευχή του Θεού , παιδί μου. Ποτέ δεν θα χαθή ο γιός τόσων δακρύων! Ο Θεός όμως θέλει να δοκιμάση περισσότερο την ιώβεια υπομονή της . Ο Αυγουστίνος της είπε ότι θα πάη στην Ιταλία. Η Μόνικα , αφού δεν μπορεί να τον μεταπείση, αποφασίζει να πάη μαζί του. Κατεβαίνουν στο λιμάνι, αλλά εκείνος την ξεγελά και εξαφανίζεται . Ταξιδεύει μόνος. Η μητέρα ξημερώνεται στην προσευχή , πνιγμένη στα δάκρυα. Με ραγισμένη καρδία , αλλά με γενναίο φρόνημα, υψώνει τα μάτια στον ουρανό , κι ύστερα αγναντεύει το πέλαγος. - Κύριε ! φωνάζει. Αφήνω το παιδί μου στον ωκεανό της ευσπλαχνίας Σου. Τα κύματα της χάριτός Σου ας το οδηγήσουν στο λιμάνι Σου. Γέρασε η Μόνικα στη σχολή της υπομονής και της ελπίδος. Αντί να επιμένη την επιστροφή του ασώτου υιού, βάλθηκε η ίδια να τον κυνηγά σε στεριές και θάλασσες. Εγκαταλείπει την Αφρική και έρχεται στα Μεδιόλανα ( Μιλάνο) για την τελική επίθεση. Στα Μεδιόλανα ζει το γλυκοχάραμα της επιστροφής του ασώτου. Η μία χαρά διαδέχεται την άλλη : ο Αυγουστίνος αηδίασε τους μανιχαίους και τους εγκατέλειψε. Με βαθιά συγκίνηση τον βλέπει να συχνάζη στα κηρύγματα του αγίου επισκόπου Αμβροσίου και να μιλά γιʼ αυτόν με σεβασμό και εκτίμηση. Ο Αυγουστίνος παλεύει. Τα δεσμά της αμαρτίας χαλάρωσαν , αλλά ακόμη δεν έσπασαν. Γιʼ αυτό τελικά μνηστεύεται. Τέσσερις γυναίκες τον πολιορκούν εκείνη την εποχή. Δύο ερωμένες , η μνηστή και η μητέρα του. Παλεύουν κι οι τέσσερις να τον κατακτήσουν. Τέλος νικά η μητέρα του , ο άνθρωπος της προσευχής και των δακρύων, της υπομονής και της ελπίδος. Εκείνη που νίκησε τον ατίθασο σύζυγο και τη δύστροπη πεθερά, νίκησε τώρα τον γιό της ύστερα από τριάντα χρόνια αγώνος και προσευχής. Ο Αυγουστίνος παίρνει σταθερή απόφαση να επιστρέψη στον Χριστό και νʼ αφοσιωθή στο έργο της Εκκλησίας Του. Ποιος μπορεί να νιώση τη χαρά της Μόνικας την ώρα που βαπτιζόταν ο γιός της ; Εδώ τελείωσε η αποστολή της. Είδε πια το παιδί της στην αγκαλιά του Κυρίου. - Νυν απολύεις την δούλην Σου, Δέσποτα, εν ειρήνη, ψελλίζει συγκινημένη. Μητέρα και γιός επιστρέφουν στην Αφρική. Στην Όστια, στις εκβολές σταθμεύουν σε μια φιλική έπαυλη για να ξεκουραστούν. Εκεί η Μόνικα αρρωσταίνει και σε λίγες μέρες, σε ηλικία 56 ετών, παραδίδει το πνεύμα της « εν ειρήνη » στον Δέσποτα Χριστό. Ο Κύριος είχε εκπληρώσει και την τελευταία επιθυμία της. ] Από το βιβλίο « Χαρίσματα και χαρισματούχοι » Τόμος τρίτος Ιερά μονή Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 2002

Montag, 30. Juli 2007

Τα παιδιά πρέπει να θυλάζονται

Τα παιδιά που δε θηλάζουνΤα παιδιά που δε θηλάζουν και δε μεγαλώνουν στην αγκαλιά της μάνας τους, γίνονται βλαμμένα, δε στέκουν σταθερά στη ζωή τους και όταν μεγαλώσουν μετά το μπουκάλι του γάλακτος, πιάνουν το μπουκάλι της μπύρας.

Γέροντας Παίσιος ο Αγιορείτης